Ανακρίτρια και εισαγγελέας που χειρίζονται στον Άρειο Πάγο την έρευνα για το σκάνδαλο Novartis και συγκεκριμένα τυχόν παρεμβάσεις του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου στη διερεύνηση της μεγάλης δικογραφίας, διαφώνησαν για τον τρόπο εξέτασης των προστατευόμενων μαρτύρων στην υπόθεση που (για άλλη μια φορά) η χώρα μας δείχνει να αδυνατεί να τους περιβάλλει με την ανάλογη προστασία.
Τη διαφωνία των δύο θα λύσει το Πενταμελές Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου.
Η διαφωνία αφορά στους μάρτυρες με την κωδική ονομασία «Αικατερίνη Κελέση» και «Μάξιμο Σαράφη» και οι δικαστικοί λειτουργοί που βλέπουν με άλλο μάτι το κατοχυρωμένο ζήτημα της προστασίας τους είναι η ανακρίτρια του Δικαστικού Συμβουλίου του Ειδικού Δικαστηρίου, Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου και η εισαγγελέας, Βασιλικής Θεοδώρου.
Τι συνέβη;
Η ανακρίτρια της υπόθεσης κ. Αλεβιζοπούλου κάλεσε τους δύο μάρτυρες να καταθέσουν με τις κωδικές τους ονομασίες κάνοντας μάλιστα δεκτό το αίτημα του «Μάξιμου Σαράφη» να καταθέσει ηλεκτρονικά από ειδικά διαμορφωμένο χώρο της ΕΛ.ΑΣ. με ειδικές κάμερες.
Από πλευράς της η «Αικατερίνη Κελέση» προσήλθε στον Άρειο Πάγο με ελαφρά αλλοίωση των χαρακτηριστικών της και ξεκίνησε την μαρτυρία της.
Παρενέβη ωστόσο η εισαγγελέας κ.Θεοδώρου που είχε την άποψη ότι οι μάρτυρες σε αυτήν την διαδικασία… χάνουν την ιδιότητα του προστατευόμενου και θα έπρεπε να προσέλθουν με φυσική παρουσία και να δώσουν τις καταθέσεις τους στο γραφείο της ανακρίτριας με τα πραγματικά τους στοιχεία!
Μάλιστα ως επιχείρημα η εισαγγελέας επικαλέστηκε ότι οι δύο προστατευόμενοι μάρτυρες που έχουν περάσει δια πυρρός και σιδήρου καθώς, πέραν των απειλών που έχουν δεχθεί από εμπλεκόμενα πολιτικά πρόσωπα έχουν και μηνυθεί, επικαλέστηκε ότι κατά την έρευνα που διενεργούσαν για την υπόθεση της Novartis στον Άρειο Πάγο οι Αντεισαγγελείς Α.Π. κ.κ. Ζαχαρής και Σοφουλάκης είχαν καταθέσει, στο γραφείο τους, με ελαφρά αλλοίωση των χαρακτηριστικών τους.
Από την πλευρά της, η ανακρίτρια έχει την άποψη ότι οι δύο μάρτυρες μπορούν να καταθέσουν με την ιδιότητα του προστατευόμενου μάρτυρα που τους έχει αποδοθεί και στην υπόθεση που ερευνάται λόγω συνάφειας.
Η διαφωνία ανακρίτριας και εισαγγελέως οδηγείται στο αρμόδιο δικαστικό Συμβούλιο το οποίο και θα αποφασίσει τελικώς.